μυρίσει

μυρίσει
μυρίζω
rub with ointment
aor subj act 3rd sg (epic)
μυρίζω
rub with ointment
fut ind mid 2nd sg
μυρίζω
rub with ointment
fut ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • παροσφραίνω — Μ πλησιάζω στη μύτη κάποιου κάτι για να τό μυρίσει, βάζω κάποιον να μυρίσει κάτι …   Dictionary of Greek

  • Φεβρουάριος — Δεύτερος μήνας του γρηγοριανού ημερολογίου. Έχει 28 μέρες και 29 στα δίσεκτα έτη. Ο μήνας Φ. προσετέθηκε από τον Νουμά Πομπίλιο στον τελευταίο μήνα του ρωμαϊκού έτους. Το 154 π.Χ. μεταφέρθηκε στη σημερινή του θέση. Επειδή ήταν πολύ βροχερός μήνας …   Dictionary of Greek

  • ανόσφραντος — ἀνόσφραντος και ἀνόσφρητος, ον (AM) εκείνος τον οποίο δεν μπορεί να μυρίσει κανείς …   Dictionary of Greek

  • μυρίζω — (ΑΜ μυρίζω και Α ποιητ. τ. σμυρίζω) [μύρον] αλείφω κάποιον ή κάτι με μύρο (α. «μύρισαν το μωρό» β. «προέλαβε μυρίσαι μου τὸ σώμα εἰς τὸν ἐνταφιασμόν», ΚΔ) νεοελλ. 1. μτφ. α) φανερώνω την προέλευσή μου, την καταγωγή μου β) καθιστώ κάτι φανερό,… …   Dictionary of Greek

  • οσμητός — ὀσμητός, ή, όν (Α) [οσμώμαι] αυτός τον οποίο μυρίζει κανείς ή αυτός τον οποίο μπορεί κανείς να μυρίσει …   Dictionary of Greek

  • οσφραίνομαι — (Α ὀσφραίνομαι και ὀσφραίνω) 1. αισθάνομαι την οσμή από κάτι, μυρίζω, μού μυρίζει κάτι («κρομμύων ὀσφραίνομαι», Αριστοφ.) 2. μτφ. αντιλαμβάνομαι, μυρίζομαι, παίρνω μυρωδιά («ὀσφραινόμενος τοῡ χρυσίου», Λουκιαν.) νεοελλ. προαισθάνομαι, προμαντεύω… …   Dictionary of Greek

  • προσοσφραίνω — Μ [ὀσφραίνω] δίνω σε κάποιον να μυρίσει κάτι …   Dictionary of Greek

  • συνοσφραίνω — Α παρέχω για όσφρηση συγχρόνως, δίνω σε κάποιον κάτι να οσφρανθεί μαζί με άλλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + ὀσφραίνω «κάνω κάποιον να μυρίσει κάτι»] …   Dictionary of Greek

  • φλεβίζω — [Φλεβάρης] φέρνω κακοκαιρία («ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει καλοκαίρι θα μυρίσει», παροιμ. φρ.) …   Dictionary of Greek

  • κυαμισμός ή κυάμωση — Οξεία αιμολυτική αναιμία, η οποία προκαλείται όταν κάποιο άτομο που εμφανίζει έλλειψη του ενζύμου G6PD καταναλώσει κουκιά ή φάβα (ακόμα και αν μυρίσει τα λουλούδια τους) ή έρθει σε επαφή με χημικές ουσίες που καταστρέφουν τα ευαίσθητα σε αυτές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”